Δευτέρα 31 Ιανουαρίου 2011

δύσκολοι αποχαιρετισμοί... η φίλη μου!

Είσαι κοντά μου τόσον καιρό... Δίπλα μου, εκεί κάθε φορά, με το γνωστό χαμόγελο και την αφέλεια που σκοτώνει! Τόσο αφοπλιστικά, τόσο απλά... Καμιά φορά ξέρεις ότι με εκνευρίζουν όλα αυτά! Αλλά μόνο για λίγο...
Θα μου λείψει το γέλιο, θα μου λείψει η ενέργεια, θα μου λείψουν οι ατελείωτες συζητήσεις. Θα μου λείψουν οι αφηρημένες μέρες, οι λυπημένες, οι παρηγορητικές. Θα μου λείψουν οι φιλικές συμβουλές με ύφος τουλάχιστον εικοσιτεσσάρων φρόιντ. Θα μου λείψουν οι αναλύσεις με συνοδεία κινήσεων διευθυντή ορχήστρας... Θα μου λείψουν οι ξεσηκωμοί σου, οι ξαφνικές βόλτες, οι παρορμήσεις. Θα μου λείψει το φαγητό και τα ξενύχτια... Θα μου λείψει να νιώθω μεθυσμένη χωρίς να έχω πιει! Θα μου λείψουν οι νυχτερινοί περίπατοι, θα μου λείψουν τα περπατήματα που δεν κάναμε ενώ τα υποσχεθήκαμε! Έτσι, θα έχουμε πάντα κάτι να περιμένουμε για την επόμενη φορά.
Θα χαίρομαι όμως που θα περνάς καλά εκεί που πας και μη φοβάσαι.

Μη φοβάσαι
Μόλις κλείσεις τα μάτια
Κάνε μια ευχή
Μια μόνο σκέψη
Και ονειρέψου δυνατά
Εντάξει;
Πάρε μια βαθιά ανάσα
Έξω στο δρόμο
Ή απ' το ανοιχτό παράθυρο
Νιώσε τον αέρα
Δροσερό και φρέσκο
Χαμογέλα
Κοίτα γύρω σου
Κάπου θα δεις να πετάει ένα χνούδι
Ή να πέφτει ένα αστέρι
Είμαι κι εγώ εκεί 

Σε χαιρετώ τώρα που μπορώ γιατί μετά δε θα 'χω λέξεις μικρή μου και δε θέλω να σε γεμίσω μελαγχολία! ...


[μόνο μη μου πεις ότι δεν αναγνωρίζεις τη φωτογραφία κακομοίρα μου!]

Τρίτη 25 Ιανουαρίου 2011

feeling good!


Αχ... οι χαρές έρχονται πάντα εκεί που δεν τις περιμένεις!

Δευτέρα 24 Ιανουαρίου 2011

μνήμες απρόσμενες!

της επί χρήμασι(ν) διδομένης γυναικός το σιδηρούν κιγκλίδωμα

Δεν ξέρω γιατί και πώς μου ήρθε αυτή η φράση, Δευτέρα πρωί μέσα στο τρόλεϊ, καθώς κοιτούσα ήρεμα και αφηρημένα έξω απ' το παράθυρο. Μας την έλεγε συχνά μια πολύ αγαπημένη φιλόλογος στο λύκειο... Κι έτσι ξαφνικά, βρέθηκα να σκέφτομαι δοτικές και ευκτικές, περισπωμένες, δασείες, οξείες, βαρείες και ψιλές. Απαρέμφατα και υποτακτικές, δεύτεροι τύποι. Κατηγορούμενα, έμμεσα και άμεσα αντικείμενα, δευτερεύουσες, προσδιορισμοί κάθε είδους. Κάθε κείμενο, μια ευκαιρία για τον ντετέκτιβ να λύσει το συντακτικό μυστήριο... Και τί ευτυχία να βρίσκεις τους ενόχους!
Και κάπως έτσι, έφτασα σε μια ξεχασμένη παναγιώτα, μια παναγιώτα που ξεθώριασε και έσβησε σιγά σιγά. Ήταν εκείνη που αγαπούσε τα Αρχαία με πάθος, σχεδόν όπως μια ξένη γλώσσα, εκείνη που δε χόρταινε να ψάχνει τα υποκείμενα και τα αντικείμενα, που δεν ηρεμούσε αν δε λυνόταν σωστά το μυστήριο. Την άφησα να φύγει νομίζω, κάπου εκεί στο λύκειο, διαλέγοντας κατεύθυνση. Και μετά ταξίδεψα στην παναγιώτα που ήταν ερωτευμένη με τα μαθηματικά πιο πολύ από ποτέ, που έβλεπε την ακλόνητη (;) νομοτέλειά τους παντού. Και στην άλλη, που ήθελε να καταλάβει τα πάντα για το πώς λειτουργεί αυτός ο κόσμος. Που ρώταγε γιατί η θάλασσα φαίνεται γαλάζια και άλλα πολλά που πια ούτε θυμάμαι. Συνάντησα και την παναγιώτα που ενθουσιαζόταν με κάθε είδους γρίφους λογικής και παράδοξα. Κάθε μια έδινε τη σκυτάλη στην επόμενη, ώσπου κατάλαβα: η παναγιώτα που θέλει να γίνει μηχανικός είναι η πιο δυνατή. Μηχανικός στην αρχιτεκτονική δεν γίνεσαι, το πήρα χαμπάρι και την έδιωξα κι αυτήν όπως και τις προηγούμενες...

Έτσι ξαφνικά, κοιτώντας την υγρασία στο τζάμι, αρχίζεις χωρίς λόγο να νοσταλγείς τις παναγιώτες που έχασες, αυτές που έθαψες κι αυτές που ξέχασες... Πριν βάλεις τα κλάματα όμως, σκέψου τις παναγιώτες που κέρδισες. Αυτές που δεν είχες ιδέα ότι θα συναντήσεις και βγήκαν από το μαγικό κουτί τις πιο κατάλληλες και ακατάλληλες στιγμές. Χαιρέτα τες, τώρα που είναι μαζί σου. Δε θα είναι για πάντα ξέρεις! Και κάθε μέρα, μην ξεχνάς να καλωσορίζεις τη μικρή εκκολαπτόμενη παναγιώτα που φιλοξενείς.
Αν θα είσαι πάντα εσύ; Το συνεκτικό (ορατό ή αόρατο) νήμα που κρατάει τις παναγιώτες απ' το χέρι, αυτό είσαι εσύ! Και οι κλωστές που σου ξεφεύγουν στο δρόμο, τα χνούδια που αφήνεις στον άνεμο είσαι εσύ! Οι αναμνήσεις αυτές είσαι εσύ!

Και τώρα, μπορείς να κοιτάξεις ένα φύλλο που αιωρείται, αιωρείται, αιωρείται... και κολλάει στο τζάμι δίπλα σου. Ωπ! Όταν ξεκολλήσει, θα είναι διαφορετικό. Όμως για σένα θα είναι το φύλλο που σε έκανε να γελάσεις με τη σκέψη που σου πρόσφερε... Καλημέρα!


Κυριακή 23 Ιανουαρίου 2011

μπορώ;...

Δε θέλω να ξαναπατήσω το πόδι μου στη Στουρνάρη. Δε θέλω να ξαναπεράσω ανάμεσα από πεταμένες κόκκινες συσκευασίες από χαπάκια, δε θέλω να ξαναπατήσω σπασμένη σύριγγα, δε θέλω να ξαναμυρίσω καπνό αγνώστου προέλευσης και ποιότητας που εκπνέεται από κάποιον ζωντανό νεκρό. Δε θέλω να κάνω ζικ ζακ και να αλλάζω 100 φορές πεζοδρόμιο για να αποφύγω τους ναρκομανείς, τους εμπόρους, τους μεθυσμένους, τους μικροπωλητές, τους εγκληματίες και τα ΜΑΤ (γιατί ναι, έχει κι απ' αυτά η οδός Στουρνάρη) με τις φιάλες δακρυγόνων και τα υπερόπλα να κοιτάνε καταπάνω μου.
Δε θέλω να ξαναπάω στο Πολυτεχνείο και να 'ναι Κυριακή, η Τ12 κλειστή με τα πράγματά μου κλειδωμένα μέσα, και να μην μπορώ να δουλέψω. Δε θέλω να ξαναπάω στο Πολυτεχνείο και η είσοδος και όλη η αυλή να μυρίζει κάτουρο. Δε θέλω να ξαναδώ στο προαύλιο σπασμένα μπουκάλια μπίρας και αίματα.
Δε θέλω να ξαναπάω στο Πολυτεχνείο που ακόμα δεν ξέρει αν και πότε θα κάνουμε εξεταστική. Ακόμα σημαντικότερο, δε θέλω να πάω στο Πολυτεχνείο που κοροϊδεύει τον εαυτό του και όλους μας για τα μαθήματα που χάθηκαν και γι' αυτά που έγιναν. Δε θέλω να ξαναδώ αρχιτέκτονες που (νομίζουν πως) τα ξέρουν όλα και πιστεύουν ότι θα αλλάξουν τον κόσμο με την υψηλή τους τέχνη. Δε θέλω να ξαναδώ αρχιτέκτονες που προσπαθούν να επιβάλλουν στους ανθρώπους την οπτική τους για τον κόσμο και την κατοίκηση, χωρίς να σκέφτονται ότι η αρχιτεκτονική είναι για να τη ζεις, όχι για να την κάνεις κάδρο στον τοίχο σου... Δε θέλω να γίνω έτσι.
Δε θέλω να περιμένω στην Ομόνοια μισή ώρα μέχρι να περάσει ένα από τα 4 τρόλεϊ και 3 λεωφορεία (!) που με πάνε σπίτι μου. Και μάλιστα μεσημέρι, όχι αργά το βράδυ.
Να συνεχίσω; Όχι, νομίζω είναι η σειρά σας τώρα...
Ή μήπως είμαι απλώς κακομαθημένη;

Και το ξέρω πως δεν πρέπει, αλλά κάτι τέτοια γεγονότα με κάνουν να χάνω την όρεξη για τα πράγματα που αγαπάω και να γκρινιάζω. Και το ξέρω πως μετά θα το μετανιώσω που γκρινιάζω, όμως είναι κάποιες στιγμές που χρειάζεσαι μια μεγάλη σφιχτή αγκαλιά να σου πει με ασφάλεια και σιγουριά ότι όλα θα είναι εντάξει. Ότι όλα θα περάσουν μια μέρα. Όπως τότε που ήμασταν παιδιά και οι γονείς μας μας χάιδευαν τα μαλλιά και μας σκέπαζαν τρυφερά με το ζεστό πάπλωμα και περίμεναν μέχρι να κοιμηθούμε. Τότε που βλέπαμε χαζούς εφιάλτες και κλαίγαμε για τα παιδάκια που δε μας παίζανε στη γειτονιά, θυμάστε; Ε, λοιπόν μια τέτοια στιγμή έχω τώρα. Αλλά πολύ φοβάμαι πως είμαι μεγάλη πια για να περιμένω αγκαλίτσα.



υ.γ. Ευχαριστώ που είστε εδώ τώρα και διαβάζετε αυτές τις σκέψεις, είναι λυτρωτικό να ξέρω ότι είστε εδώ, ακόμα και από αυτήν την ψηφιακή απόσταση. Και υπόσχομαι οι επόμενες σκέψεις να είναι πιο χαμογελαστές!

ααα δείτε κι αυτό: http://ypogrammistis.blogspot.com/2011/01/blog-post_23.html

Παρασκευή 21 Ιανουαρίου 2011

από τα μάτια των παιδιών...


Σκέψου πως είσαι σχεδόν 2 χρονών.

Έχεις ύψος κάτι λιγότερο από το τραπέζι του φαγητού, ο ποπός σου τσιτώνει από το τεράστιο φουντωτό πάμπερς, όλοι ασχολούνται μαζί σου κοιτώντας σε σαν να είσαι κάποιο πολύτιμο μπιμπελό από άλλο πλανήτη. Κυκλοφορείς συνήθως παραπατώντας και σκοντάφτοντας στο καθετί, πατάς τα παιχνίδια σου και άλλα μικροαντικείμενα στο διάβα σου, γλιστράς και πέφτεις. Και σηκώνεσαι γελώντας, βάζοντας τα χέρια μπροστά και τουρλώνοντας τον ποπό μέχρι να ισορροπήσεις! Τινάζεις τα χέρια σου άτσαλα. Εκείνη τη στιγμή, όλο και κάποιος έρχεται και σε χαϊδεύει, σε ζουζουνίζει, σε φιλάει και σου ρίχνει τρυφερά πατ πατ στην πλάτη ή στο παραφουσκωμένο πάμπερς. Παρατηρείς τα πάντα γύρω σου, όσο μπορεί να πιάσει το μάτι σου δηλαδή, και κοιτάς με απορία. Σηκώνεις το χέρι, δείχνεις και ρωτάς με επιμονή Α(υ)τό; Α(υ)τό; Εξερευνάς τα πάντα, τα τραβάς, τα σέρνεις, τα πετάς και τα κάνεις αγκαλίτσα βγάζοντας κραυγές και αλαλαγμούς χαράς. Μιλάς, στον εαυτό σου, στα παιχνίδια σου, στους άλλους. Δε σε καταλαβαίνουν πάντα. Και μετά αρχίζουν οι ερωτήσεις: μήπως αυτό; εκείνο γλυκούλι μου; με χαζή μωρουδίστικη φωνούλα... Όταν το πετύχουν, αναφωνείς Ναι! με ανακούφιση και κουνάς το κεφάλι πάνω κάτω χαμογελώντας. Καμιά φορά, λες κάτι και όλοι ξεσπούν σε γέλια, αγκαλιάζονται, σε σηκώνουν ψηλά, σε φιλάνε πάλι πάλι και πάλι. Τους κοιτάς με απορία. Για κάποιον περίεργο λόγο όλοι θέλουν να φάνε λίγο απ' τα μπουτάκια σου ή τα μαγουλάκια σου, σου γελάνε και γαργαλάνε την κοιλιά σου... Κι εσύ χαμογελάς και πάλι! Νυστάζεις αλλά δεν πας για ύπνο, δε θέλεις να χάσεις στιγμή από τον κόσμο. Τρως μαζί με τους μεγάλους με καμάρι, πασαλείφεις τα πάντα στη μούρη σου, τα σκουπίζεις όπου βρεις. Και πάλι γελάς! Τριγυρίζεις κρατώντας κάτι στα χέρια σου και το δείχνεις παντού, φωνάζεις το όνομά του. Μπορείς να απασχοληθείς με μια ομπρέλα για πάνω από μισή ώρα και να είσαι ευχαριστημένος. Τραγουδάς μόνος σου και χορεύεις στο ρυθμό, μέχρι που τελικά ζαλίζεσαι, παραπατάς και πέφτεις. Επαναλαμβάνεις σαν παπαγάλος ό,τι καινούρια λέξη ακούσεις, με όποιον τρόπο μπορείς. Χαϊδεύεις κι εσύ, αγκαλιάζεις και δίνεις φιλάκια. Χαιρετάς. Επιβραβεύεις τον εαυτό σου λέγοντας Μπάβο! και χτυπώντας παλαμάκια χαρωπά. Κλαις, απογοητεύεσαι, νυστάζεις, κουράζεσαι. Δοκιμάζεις τα πάντα, ξέρεις τη γεύση του πατώματος, του τοίχου, ίσως ακόμη και των παπουτσιών, όλο και κάποια φορά θα πρόλαβες να τα γευτείς ενώ δεν κοιτούσε κανεις! Σου αρέσει να σε βάζουν στους ώμους, επιτέλους βλέπεις τον κόσμο από ψηλά... Όταν σε πηγαίνουν βόλτα ενθουσιάζεσαι και μετά εξιστορείς ξανά και ξανά ό,τι σου έκανε εντύπωση! Είσαι αγνά αφελής, τους αγαπάς σχεδόν όλους...

Είναι φανερό ότι καταλαβαίνεις πολλά περισσότερα από όσα μπορείς να τους δείξεις. Τί να σκέφτεσαι άραγε; Μπορείς να θυμηθείς;;;


[για δύο μικρά ανθρωπάκια που με κάνουν ευτυχισμένη]

Πέμπτη 20 Ιανουαρίου 2011

σκηνοθετώνας... για ένα χαμόγελο!



Μικρές σταγόνες ευτυχίας στην άνοστη μονοτονία... 
Αναδημιουργείς τον εαυτό σου κάθε μέρα, αφιερώνεις χρόνο σε μικρά πράγματα, σημαντικά όσο ένα χαμόγελο.

Τετάρτη 19 Ιανουαρίου 2011

η καθημερινότητα σε κλίμακες...

Οδός Πατησίων. Μια διαδρομή. Σε κάποιο τρόλεϊ. Κάθε μέρα. Δυο φορές τη μέρα. Τεσσεράμισι χρόνια.

Πώς πέρασαν έτσι; Αναρωτιέσαι. Ξέρεις πια όλους τους δρόμους, κάθε γωνία, τα μαγαζιά με τις καλύτερες βιτρίνες, τα σημεία συνάντησης. Περιμένεις δίπλα στο παράθυρο να δεις το σχολείο που προβάλλει στο τέλος του δρόμου, να πάρεις άλλη μια ανάσα όμορφης Αθήνας κοιτάζοντας τη φυγή κάποιου στενού, τα Κάτω Πατήσια να σβήνουν στο βάθος της κατηφόρας, το βουνό να ξεπροβάλλει περήφανο πίσω από τις κυψελιώτικες πολυκατοικίες. Σχεδιάζεις πάντα βόλτες για να δεις από κοντά όλα αυτά τα όμορφα, έχεις όμως συμφιλιωθεί με το γεγονός ότι αυτές τις βόλτες θα τις κάνεις μόνο στη φαντασία σου. Θα τις ερωτευτείς πλατωνικά και το επόμενο πρωί θα τις αντικαταστήσεις. Ξανά και ξανά. Καμιά φορά μυρίζεις τον πρωινό ήλιο και σκας ένα χαμόγελο. Σκέφτεσαι ότι θα είναι καλή μέρα, αφού σε χάιδεψε μια τρυφερή αχτίδα.
Ξέρεις πόσος κόσμος ανεβαίνει και κατεβαίνει σε κάθε στάση. Μπορείς πια να μαντεύεις ποιός θα κατέβει πού. Ξέρεις πια τη φθορά των κτηρίων, τα μπαλκόνια του πρώτου ορόφου, άλλα φροντισμένα και άλλα αφρόντιστα. Θυμάσαι τα λουλούδια, τις τέντες με τα λογότυπα των καταστημάτων, κάποιες έχουν σαπίσει από τη βροχή και στέκονται υγρές και αρρωστιάρικες, γεμάτες μούχλα και βρύα. Έχεις πια μάθει τα δέντρα που είναι μεγαλύτερα και τα κλαδιά τους προβάλλουν πάνω από το δρόμο, προκαλώντας κάθε φορά αυτό το χαρακτηριστικό θρόισμα, τον ήχο της τριβής, της ατυχούς συνάντησής τους με τις κεραίες του τρόλει, που σαν επιθετικοί εραστές αρπάζουν και βιάζουν την αβοήθητη λεία τους καθώς περνάνε. Για λίγο.
Κι οι άνθρωποι; Η ζωή; Ναι, τους βλέπεις κι αυτούς εκεί έξω, πηγαινοέρχονται, τρέχουν, σταματάνε, καθυστερούν, μιλάνε, μερικές φορές μαλώνουν. Τους κοιτάς με απορία, με χαμόγελο, με συμπόνοια, με θαυμασμό. Βλέπεις μέσα στα αυτοκίνητα, οι άνθρωποια αγχώνονται, κουράζονται, βιάζονται, ταιριάζουν τα ρούχα τους, φρεσκάρουν το μακιγιάζ τους, διαφωνούν, ερωτεύονται. Ανταλλάσεις βλέμματα και χαμόγελα. Καμιά φορά, αν είσαι τυχερή, τους ακούς να μιλάνε. Φευγαλέα. Και συνεχίζεις, προσπερνάς και προσπερνιέσαι. Χωρίς να μπορείς να αντιδράσεις.
Κάθε φορά βρίσκεις ένα νέο θέαμα, ένα δρώμενο, ένα σκηνικό, ένα αντικείμενο, μια λεπτομέρεια που αγνοούσες, για να σου τραβήξει την προσοχή. Ανάλογα με τη διάθεσή σου, την αισιοδοξία, την εσωστρέφεια, την απελπισία, την κούραση, την ελπίδα της στιγμής. Λες πως αυτό το θέατρο σε έχει πια κουράσει, το έχεις σιχαθεί. Δεν αντέχεις άλλο τα μικρά ανθρωπάκια που κινούνται πάνω-κάτω, δε θέλεις να ξαναδείς αθηναϊκή πολυκατοικία, όχι άλλο μπαλκόνι, όχι άλλο έρκερ. Αλήθεια;

Και ξαφνικά, οι απεργίες... Περπατάς στην ίδια διαδρομή. Όχι πως δεν είχες περπατήσει ξανά στην Πατησίων. Δεν είχες περπατήσει ποτέ όμως με συχνότητα τέσσερις φορές την εβδομάδα. Και δεν είχες ποτέ πριν όλα αυτά τα ερεθίσματα που σε κάνουν να λες ότι σιχάθηκες την Πατησίων. Κάνεις πια μια εντελώς άλλη ανάγνωση της πόλης, από άλλη όψη. Από άλλο επίπεδο.
Τώρα ξέρεις όχι τις φυγές, αλλά τις λακκούβες στο πεζοδρόμιο, τα σημεία με τα παρκαρισμένα αυτοκίνητα, τις επικίνδυνες στροφές. Προσέχεις πια να μη σε πατήσουν, να μην πατήσεις τα απομεινάρια μιας ζωής διαφορετικής από τη δική σου, κάνεις ζικ-ζακ ανάμεσα σε περιττώματα και λασπόνερα. Γνωρίζεις τις πλάκες του πεζοδρομίου που ξεκόλλησαν και αν τις πατήσεις θα γεμίσεις πάλι με αυτά τα υπέροχα καφετιά υγρά στα παπούτσια, τις κάλτσες και το παντελόνι σου. Θυμάσαι το σπασμένο φανάρι, τη βιτρίνα με το ωραίο φουστάνι, το μαγαζί που κάθε πρωί πλένει το πεζοδρόμιο μπροστά του, θυμάσαι τον κουβά, τη σκούπα. Αποφεύγεις τις γωνίες με τα κλιματιστικά που στάζουν, σταματάς για να θαυμάσεις ένα φύλλο, μια είσοδο, ένα χερούλι σε κάποια πόρτα. Μυρίζεις, το ψητοπωλείο, το φρέσκο ψωμί, τα κάτουρα της προηγούμενης νύχτας. Το άρωμα ενός ξένου.
Δεν ξέρω αν το συνειδητοποιείς, αλλά έχεις γίνει πια ένας από αυτούς τους ανθρώπους. Κινείσαι κι εσύ βιαστικά ή τεμπέλικα. Σκοντάφτεις, χτυπάς πάνω σε κάποιον, διαπληκτίζεσαι με κάποιον. Τώρα σε ακουμπάει ένα από τα μικρά ανθρωπάκια. Ακούς τις κουβέντες τους, στο τηλέφωνο ή πρόσωπο με πρόσωπο. Είναι θυμωμένοι, λυπημένοι, ενθουσιασμένοι, σε υπερένταση. Είναι μεθυσμένοι. Σε ποθούν, σε πειράζουν. Να ήξερες τί γλώσσα μιλάνε! Να καταλάβαινες έστω μια φευγαλέα τους φράση! Θα σου χάριζε ένα χαμόγελο για τη μέρα που έρχεται, απαιτητική και δύσκολη, έτοιμη να ζητήσει τα πάντα από σένα.
Δεν είσαι πια στο θέατρο... Και σου αρέσει. Σου αρέσει που μπορείς να κάνεις χίλιες σκέψεις τη στιγμή, που δεν κοιτάς πια πάνω από το ισόγειο. Νιώθεις την ελευθερία...

Οδός Πατησίων. Κλίμακα; Από την (απρόσωπη;) πόλη στην (προσωπική;) καθημερινότητα. Στη γη. Σε κάθε κλίμακα βλέπεις σε άλλη εστίαση, σε άλλες ταχύτητες, σε άλλους χρόνους. Και κάθε άνθρωπος βρίσκεται στο δικό του σύμπαν. Αυτό είναι, οι παράλληλες πραγματικότητες που συνθέτουν τελικά μια εικόνα του κόσμου, κάθε φορά πιο γεμάτη. Άραγε αν μπορούσες να δεις από τα μάτια ενός μυρμηγκιού; Αν άκουγες ό,τι ακούει ένα πουλί;



[το soundtrack της στιγμής που μου ήρθε η πρώτη φευγαλέα σκέψη για το θέμα αυτής της ανάρτησης, ένα πρωινό στην Πατησίων, σε ένα πεζοδρόμιο ασφυκτικά γεμάτο με κόσμο....]

Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2011

κλεμμένο!

Και ναι, μπορεί η περίπτωση να είναι δύσκολη, παράξενη, στραβή, όχι ιδανική... Όμως έχεις δύο επιλογές: να κάτσεις εδώ και να λες πόσο δύσκολα είναι όλα και ότι δε θα τα καταφέρεις ή να προσπαθήσεις. Να προσπαθήσεις με όλη σου τη διάθεση και να ενεργοποιηθείς από την ιδιαιτερότητα των περιστάσεων! Είναι μια πρόκληση!

[τα λόγια  δεν είναι δικά μου, αν επρόκειτο για σενάριο θα είχα κάνει μάλλον την προσαρμογή, όμως τα παραθέτω, έτσι χωρίς σχόλιο, και σας προσγειώνω στην εκκωφαντική σιωπή που αφήνουν πίσω τους - ευχαριστώ Σ.]

Παρασκευή 14 Ιανουαρίου 2011

θα μου γνωρίσεις... εμένα;

Ξυπνάς κάθε μέρα δίπλα σε κάποιο εγώ μου. Κάπου συναντιόμαστε. Μιλάμε. Μου θυμίζεις εμένα, ξεδιπλώνεις εμένα. Με βοηθάς κάθε φορά να ανακαλύψω αυτό που δεν ξέρω (ακόμη) ότι κρύβω μέσα μου, σε βοηθάω να καταλάβεις τα όριά σου. Κι ύστερα, προσπαθείς να τα φτάσεις. Κι εγώ, ξεκινάω ένα νέο δρόμο. Όταν συναντηθούμε ξανά θα είμαστε πια κάποιοι άλλοι. Και ξέρεις γιατί; Γιατί, αγαπημένε, θα έχω πλησιάσει το εγώ μου, θα έχεις γίνει πιο εσύ από ποτέ. Και ταυτόχρονα, θα έχουμε απλωθεί ήρεμα και ελεύθερα ο καθένας προς τη θάλασσα του άλλου. Τα ρούχα που ανταλλάξαμε θα επιπλέουν στο νερό ανάμεσά μας...

Joan Miró | Bleu II (1961)

Δε διαφέρουμε πολύ από αυτές τις μαύρες τελείες.
Η κάθε μια από μόνη της δεν είναι παρά μια μαύρη τελεία, και ίσως κανείς να σκεφτεί ότι μπορεί να φτιάξει κι εκείνος πολλές τέτοιες μαύρες τελείες, ίσως ακόμη και καλύτερες. Όλες μαζί όμως, σε αυτό το συνδυσμό θέσεων, χρωμάτων και αλληλεπιδράσεων, απαρτίζουν έναν εξαιρετικό πίνακα. Και μέσα στο σύνολο, η κάθε μαύρη τελεία αποκτά το χαρακτήρα της, γίνεται μοναδική. Εξάλλου, δεν είναι όλες ίδιες!
Έτσι κι εμείς, μέσω της συνύπαρξης με τους άλλους γινόμαστε ο εαυτός μας. Κάποιος πάντα μας εμπνέει και μας κινητοποιεί, μας ξεκλειδώνει. Φίλος, γονιός, δάσκαλος, άγνωστος, τυχαίος, μακρινός, πλατωνικός... Κάποιος! Εν αγνοία του... Μέσα από μια διαρκή διαδικασία σχέσεων, αλληλεπιδράσεων και ετεροπροσδιορισμών, η εικόνα συμπληρώνεται. Σ' αυτήν έχουμε θέση αυτόνομη, ξεχωριστή, έχουμε ταυτότητα.
Κι ας είναι μόνο στιγμιότυπο, εικόνα μαγική, που αλλάζει κάθε τόσο.

Πέμπτη 13 Ιανουαρίου 2011

κι η πολυτέλεια του χρόνου;

Δημήτρης Πικιώνης


Πάντα πίστευες ότι είναι λίγος ο χρόνος, ότι είναι πολλά τα θέλω... Αν μπορούσες να έχεις την ελευθερία να επιλέξεις! Αχ... τότε θα ήταν όλα καλύτερα, όλα θα έπαιρναν το δρόμο τους ήρεμα και τακτοποιημένα και θα μπορούσες να προλάβεις και να καταφέρεις τα πάντα!
Και να που αυτή η ελευθερία σου δόθηκε καλή μου! Η πολυτέλεια του χρόνου... Η ευκαιρία σου να κατακτήσεις τον κόσμο! Όχι, δεν την εκμεταλλεύτηκες, το ξέρω. Όχι, νομίζω πως σε τρόμαξε! Και την άφησες ήσυχη στην άκρη, κοιμήθηκες στη σκιά της...
Σήμερα όμως... Σήμερα κάτι άλλαξε! από την αρχική στάση ως τις λεπτομέρειες... 
Κι είναι αυτές οι λεπτομέρειες που κάνουν τη διαφορά, μικρά πράγματα, τυχαία γεγονότα που μπορούν να αλλάξουν το μικρόκοσμό σου!
Και το ξέρω πως τώρα πια δεν πιστεύεις στην πολυτέλεια. Πιστεύεις στα ερεθίσματα που σε προκαλούν συνεχώς... Κυνήγησέ τα!


από την έκθεση για τον Πικιώνη στο Μουσείο Μπενάκη | πλακόστρωση στο λόφο του Φιλοπάππου






Να πάτε! Είναι υπέροχα!

Δευτέρα 10 Ιανουαρίου 2011

σκηνικό...

Σας παρακαλώ κύριε! Μα πώς θα περάσω, από πάνω σας; Σηκωθείτε παρακαλώ! Μα, πού να πάω, δε χωράμε! Λίγη ευγένεια, η ευγένεια ξέρετε λείπει από τους νέους! Εμένα μου λέτε; Τουρκία έχουμε καταντήσει πια! Τόσοι ξένοι... ε, βέβαια, αυτά έμαθες στο σπίτι σου, άξεστε! Λίγη ησυχία, σας παρακαλώ! Ηρεμήστε πρωί πρωί! Δεν έχουμε την όρεξή σου κυρά μου!!! (ουρλιάζοντας) Ο Μητσοτάκης... Ε, ας μη γινόμαστε ρατσιστές! Μα, χώρα είναι αυτή; Τί σημαίνει ρατσισμός κορίτσι μου; Μάθατε τώρα μια λέξη και την τσαμπουνάτε!... Ο Μητσοτάκης, ναι, αυτός φταίει για όλα! Και ο Καραμανλής, ο γέρος! Α, εδώ θα διαφωνήσω, δεν ξέρεις τί λες μου φαίνεται! Ωχ, ωχ, ωχ! Το νύχι μου... Αχ μη βρε κύριε στο νύχι μου! Αυτοί φέρανε τη χώρα σ' αυτήν την κατάσταση! Αδιέξοδο! Συγγνώμη, πονάτε; Ε, νύχι είναι βρε κύριε, πονάει, τι να κάνει; Το ξέρω, το ξέρω ότι δεν το θέλατε, θα περάσει... αχ, αχ! Είκοσι λεπτά περίμενα στη στάση! Μη σπρώχνετε άλλο, δε χωράμε! Πήγαινε λίγο κατά κει, να κατέβω! Μανία, να κάθονται όλοι τους στην πόρτα! Πάνε πιο μέσα, κοπελιά! Οδηγέ, βάλε λίγο μουσική να ηρεμήσουνε! ΗΣΥΧΙΑ!!!! Γιατί κι η Παπαρήγα καλύτερη είναι; Όλοι τους σκότωμα θέλουν! Να μπει με τα καλάσνικοφ ο κόσμος στη βουλή... Όχι, κυρία μου, εμείς φταίμε που τους ψηφίζουμε! Αχ, καζάνι έγινε το κεφάλι μου, κυριακάτικα! Κλείσε πια το καβουρντιστήρι το στόμα σου κυρά μου! Οι ξένοι τα φταίνε όλα! Κι εμείς τους δίνουμε δουλειά, τα χαϊβάνια! Όχι, δεν είναι έτσι! Μόνο σε όσους δεν έχουν χαρτιά δίνουν δουλειά! Εγώ που είμαι νόμιμη είμαι πόσους μήνες άνεργη, κανένας δε με παίρνει, πρέπει να μου πληρώνει 100 ευρώ παραπάνω για το ΙΚΑ! Χωρίς δουλειά, άνεργη, και πληρώνω τους φόρους και 150 ευρώ το μήνα στο ΙΚΑ! Από πού να τα βρω; Εμένα που με βλέπετε, τρεις φορές μου ανοίξανε το σπίτι! Με τα καλάσνικοφ στη βουλή, ναι, και να τους καθαρίσουμε όλους πρέπει! Όλοι βρώμικοι είναι! Βρωμιάρηδες, μαύροι! Να γκαμήσου! Εγκώ ντεν πειράζει κανέναν! Ούτε ένας να μη μείνει! Εμένα που με βλέπεις, 70 χρονών είμαι και έχω εφτά φορές να ψηφίσω! Κι εγώ δεν ψήφισα την τελευταία φορά! Μπράβο, και βλέπετε τα αποτελέσματα! Σαν τα πρόβατα στη σφαγή μας πάνε! Μας κάνουν ό,τι θέλουν! ΣΚΑΣΤΕ ΠΙΑ!!! Έχει γεμίσει η Αθήνα ξένους! Να φύγουμε, η μόνη λύση! Εσείς οι νέοι είστε το μέλλον! Όργανο της Αμερικής είναι κι αυτός... Μην τα ακούς αυτά, οι Κινέζοι κυβερνούν τον κόσμο! Κιτρινιάρηδες, ετοιμάζονται να μας επιτεθούν!! Μόνο με αίμα πρέπει να γίνει η Επανάσταση του κόσμου! Μόνο έτσι θα πιάσει! Να τους σκοτώσουν και τους 300 της Βουλής! Σφαγή να γίνει! Κι οι Έλληνες ήταν μετανάστες κάποτε! Και θα ξαναγίνουν σύντομα! Σας παρακαλώ, μη σπρώχνετε άλλο! Δεν μπορώ να κλείσω την πόρτα! Δε χωράτε άλλοι, δεν το βλέπετε; Ας κατέβει κάποιος! Και πώς να πάω κύριε, με τα πόδια;;; Σταματήστε επιτέλους αυτές τις απεργίες! Τον κοσμάκη ταλαιπωρείτε! Να μιλάτε πιο ευγενικά! Είκοσι λεπτά περίμενα στη στάση! Τι ευγένεια, εδώ είμαστε σε στάβλο!!! Δεν καταλαβαίνετε, δε θα 'χουμε να φάμε σε λίγο! Κανείς μας... Ένα παράθυρο, ανοίξτε! Τι μετανάστες κι Έλληνες! Ανοιχτά είναι, δε βλέπεις;;; Αμ, θα μας σκοτώσει αυτός έτσι όπως πάει... Μήπως βλέπω και μέχρι το παράθυρο;; Εμένα που με βλέπεις, έφτυσα την Μπακογιάννη μέσα στο ζαχαροπλαστείο! Μμμ, και κάτι καταφέρατε! Δεν ταράζεται ο κώλος τους, είναι μαθημένοι όλοι τους! Μια χούντα μας χρειάζεται! Τύφλα να 'χει η Παξινού μπροστά στους βουλευτές μας, από υποκριτική ξέρουν καλά! Μου το χτυπάτε λίγο; Μην ανακατεύετε τους ηθοποιούς με τους πολιτικούς! Οι ηθοποιοί ποιούν ήθος!!! Ηθοποιός σημαίνει φως!

Ένα τρόλεϊ. Μια διαδρομή. Ένα πρωί Κυριακής. Λίγα λεπτά. Πόσοι άνθρωποι. Πόσες ζωές. Πόσα άγχη. Πόσοι φόβοι. Πόσα προβλήματα. Επικοινωνία. Ανάγκη.
Μοιάζει με θεατρικό βασισμένο σε κάποιο κείμενο του Ψαθά ή του Τσιφόρου, για μια τρελή Αθήνα μιας άλλης εποχής. Είναι όμως πραγματικότητα... Αρχή του χρόνου, Κυριακή, ο κόσμος δεν έχει ξεκινήσει ακόμα να δουλεύει. Κι όμως, μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα όλα ξεσπούν! Ένα ολόκληρο τρόλεϊ που ασφυκτιά από κόσμο αρχίζει να φωνάζει. Αιτία απροσδιόριστη. Ο κόσμος βρίσκει βήμα να εκφραστεί, τα προβλήματα τον πνίγουν πια και τα λέει όπου μπορεί. Τα νεύρα είναι τεντωμένα... 
Πού πήγαν οι ήρεμες Κυριακές στα λεωφορεία; Τότε που όλος ο κόσμος έμοιαζε να πηγαίνει βόλτα και χαμογελούσε (ναι, χαμογελούσε!) και που όλοι οι μαύροι ήταν ντυμένοι πολύχρωμα με τα καλά τους (αυτά τα μακριά, φαρδιά, υπέροχα εκκεντρικά) και πήγαιναν μάλλον εκκλησία ή κάτι τέτοιο;
Οι μόνοι που γελούσαν σήμερα ήταν αυτοί που έμοιαζαν να μην έχουν τίποτα να χάσουν, να μην έχουν τίποτα...
Κι εγώ... Κι εγώ γελούσα από μέσα μου. Ένιωσα για μια στιγμή ότι είμαι στο θέατρο, ότι είναι θέατρο η ζωή κι εγώ ένας ρόλος! Ένιωσα να βγήκα λίγο έξω απ' την κατάσταση... 
κι όταν κοιτάς από ψηλά... μοιάζει η γη με ζωγραφιά...

Πέμπτη 6 Ιανουαρίου 2011

έλα να πάμε μια βόλτα...

Ο περίπατος...
Πόσα πολλά χωράνε σε μια βόλτα...  Πόσες σκέψεις, πόσοι άνθρωποι, πόσες ζωές, πόσες εικόνες, πόσες αναμνήσεις, πόσες κουβέντες, πόσα βλέμματα...





Οι φωτογραφίες είναι από μια βόλτα στην Αθήνα με άλλο μάτι, μισό μήνα πριν. Και ευχαριστώ τη φίλη μου που μου χάρισε αυτές τις εικόνες στη βόλτα και την όμορφη συζήτηση.

Τετάρτη 5 Ιανουαρίου 2011

μικρές χαρούμενες κουκκίδες


Σε περιμένω μπροστά από την οθόνη. Η μικρή, χαρούμενη κουκκίδα σου αναβοσβήνει. Εμφανίζεται, με το όνομά σου... Και χάνεται, με ένα δυναμικό, ξαφνικό, χαρούμενο σάλτο! Έχει αυτοπεποίθηση. Σου μοιάζει κατά βάθος. Η δική μου μάλλον μοιάζει σ'εμένα, είναι πιο παρορμητική. Κάποτε, οι κουκκίδες μας πλησιάζουν, έρχονται κοντά, ανταλλάσσουν ένα βλέμμα, δυο λέξεις. Και μετά... Μετά υπάρχει πάλι ένα σύννεφο από μικρές χαρούμενες κουκκίδες!
Καληνύχτα

Δευτέρα 3 Ιανουαρίου 2011

ανατολή


Όχι, όχι... Δεν είναι ακόμα μια νοσταλγική και μελαγχολική σκέψη που φέρνει αυτό το βιντεάκι εδώ!
Τί καλύτερη αρχή για τη νέα χρονιά από τα χρώματα, τους ήχους, τη φρεσκάδα και την αισιοδοξία που μας μεταφέρουν αυτά τα παιδάκια;
-Σσσσσ! θα κάνει τον ήλιο να ανατείλει! (με ανυπομονησία ο μικρός)
-Έκανε τον ήλιο να ανατείλει! (έκπληκτη η μικρή!)

[είναι από την ταινία Orfeo Negro (1959), που διηγείται με το δικό της τρόπο μια ιστορία του Ορφέα και της Ευριδίκης]